treat
(English)
Frequency: 21
Translations:
- Ἑλληνική : πείσονται (1), πιστότατα (1), χρῆται (1), χρῆσθαι (2), πεποίηκας (1), ποιῇ (1), ἔδρων (1), ξενίζεται (1), περὶ (4), ποιεῖν (1), σιξυτ (1), ἀδικεῖ (1), οὕτω (1), μέντοι (1), χωριστὸν (1)
- Deutsch : behandeln (1)
- français : traiter se (1)