fellow (English)
Frequency: 72
Translations:
- Ἑλληνική : ξυνέμπορον (1), θρηνεῖσθαι (1), ἄνδρες (35), ἄνθρωπος (2), τοὺς (6), ἀνθρώπου (1), ἄλλων (2), ἄνδρα (2), ἀνήρ (2), ὦνθρωπε (1), σκαιουργεῖν (1), τουτονὶ (1), δημόται (1), τοῦτον (1), ὦνδρες (1), ὀνομάζειν (1), ἅνθρωπος (1), δείν᾽ (1), φρενοτέκτονος (1), ἄνδρ᾽ (1), οὗτός (1), ὦ (1), ἄνθρωπον (1), ἔσται (1), τρυγὶ (1), ὦ ἄνθρωπε (4)